Μιλάμε για μεγάλη ζαλάδα αυτή η διαφήμιση και το κακό είναι ότι σου "κολλάει". Με "έπιασα" χθες να το τραγουδάω και ...μου άρχισα τις σφαλιάρες και τα reset!!!
της Ρίκας Βαγιάνη από το Protagon
Το τελευταίο πράγμα που θα περίμενα ποτέ, ένα χρόνο και μία μέρα πριν τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ήταν ότι θα εύρισκα μια Αθήνα, μια Ελλάδα να τραγουδάει. Ενωμένη. Μικροί και μεγάλοι, αγόρια και κορίτσια, μπαμπάδες και μαμάδες, έφηβοι και σπόρια. Υπάρχουν δεκάδες τραγούδια για την αυριανή μέρα-άλλωστε, οι ποιητές μας την έχουν πενθήσει προκαταβολικά και αγιασμένα: Από το «ω γλυκύ μου έαρ» ως το «σημαίες τώρα σε ντύσανε, παιδί μου εσύ κοιμήσου, κι εγώ τραβώ στ αδέλφια σου και παίρνω τη φωνή σου», ακόμα κι ως το «είμαι δεκαεξάρης, σας γαμώ τα Λύκεια»
Αντί για όλα αυτά, αυτές τις μέρες, οι Ελληνες τραγουδάμε ενωμένοι…το τραγούδι του Παριζάκη!
«Θα ’μαι καλό παιδί, άριστος μαθητής…»
«Θα κοιμηθώ νωρίς, θα είμαι συνεπής…»
Συνήθως δεν πιστεύω σε θεωρίες συνωμοσίες, αλλά αυτή η σύμπτωση είναι ικανή να με βάλει σε πειρασμό. Το παριζάκι είναι παντού. Σε ραδιοφωνικά σποτάκια, στο Ιντερνετ, στην τηλεόραση, σε προσφορές CD από περιοδικά που λυσσάνε στην επανέκδοση.
«θα ’μαι καλό παιδί, θα κάνω ό,τι πεις…»
Το τραγούδι μου έχει γίνει εφιάλτης, που δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Παρέες μπαμπάδων με τα αγόρια τους κατεβαίνουν χαρωπά τη Δημοκρατίας, λες και μόλις τους επέστρεψαν οι εξωγήινοι από απαγωγή μετά λοβοτομής. Κενό βλέμμα, ρομποτική φωνή, σινεφίλ ανατριχίλα από το Invasion of the Βody Snatchers,(σωστά, Θοδωρή); Κουρδιστά ντουέτα ανθρώπινων φωνητικών χορδών αναπαράγουν ηλεκτρονικά το στίχο με τις κατάλληλες κινήσεις ζόμπι:
«θα ’μαι καλό παιδί, άριστος μαθητής, αρκεί το παριζάκι μου να είναι υφαντής».
Γιέ μου, Οδυσσάκι μου, αγόρι μου, πρίγκιπα των ονείρων μου, είσαι πολύ μικρός ακόμα για να αποστηθίσεις το τραγούδι. Άσε τη μαμά να σου το εξηγήσει- σύντομα, άλλωστε, θα της εξηγείς εσύ.
Αυτό, αστέρι μου, είναι ένα τραγούδι που σου μαθαίνει πώς να ξεφτιλιστείς, και μάλιστα πώς να ξεπουληθείς στεγνά για ένα παριζάκι. Να ανταλλάξεις την απείθεια, την ανυπακοή, την αμφισβήτηση, για να αποκτήσεις πρόσβαση σε ένα αμφιβόλου ποιότητος αλεσμένο υποπαράγωγο κρέατος. Ακόμα κι αν δεν αντιλαμβάνεσαι, Οδυσσάκι μου, τις φρικώδεις αποκαλύψεις του μπαμπά «Στόφορου», στο blog όπου παραπέμπω τους φίλους του protagon η ουσία δεν αλλάζει. Μη μασάς αυτό το τραγούδι, φάε κάτι πιο υγιεινό:
(Γλυκιέ μου εσύ δεν χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι,
Μέσα στις φλέβες ολονών, έμπα βαθειά και ζήσε)
Πάρτο αλλιώς Οδυσσέα. Ορθωσέ μου το λιλιπούτειο ανάστημά σου, ψήσε μου το ψάρι στα χείλη και πάρτο όλο, μα όλο, αλλιώς, παιδί μου, καμάρι της ζωής μου.
Χτύπα τα πόδια σου κάτω και δήλωσέ μου ότι δεν θα κοιμηθείς ποτέ ξανά, γιατί γουστάρεις να παίζεις κουκλοθέατρο μέχρι τις τρείς το πρωί. Ούτε θα κάνεις ποτέ ξανά μπάνιο επειδή αποφάσισες ότι θα είσαι βρώμικος για πάντα, ούτε θα διαβάσεις τα μαθήματά σου γιατί βαριέσαι, βαριέσαι, βαριέσαι. Ότι δεν θα είσαι συνεπής ποτέ, πουθενά, για κανένα αφασικό χάνο, επειδή έτσι σου το είπε ότι «πρέπει-να-είσαι-συνεπής». Κάνε με να σε κυνηγήσω. Κάνε με να θυμώσω. Κάνε με να προσπαθήσω να σε δελεάσω με αλλαντικά, για να σε φέρω στα νερά μου.
Εγώ: Και το παριζάκι; Τι θα γίνει, δεν θα το φας το παριζάκι;
Εσύ: Το παριζάκι σου να το πάρεις και να το βάλεις εκεί που ξέρεις, μαμά.
Αχ, γιέ μου, δεν ξέρεις πόσο περήφανη με κάνεις!
(*τα πλάγια γράμματα είναι από τα «Εγκώμια» της Μ. Πρασκευής και από το ποίημα «Επιτάφιος» του Γ. Ρίτσου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου